Αριστερά Αδιέξοδα ή Καταστρεπτική Κριτική; Οι αντιεξεγερτικές πολιτικές στην Κίνα και πώς πρέπει να απαντήσουµε σε αυτές

από τους φίλους του gongchao.org (Ιούνιος 2012)

DeutschEnglish | Español | Français | Português | Slovenčina


Την άνοιξη του 2010, οι εργάτες στο εργοστάσιο της Honda στη βιοµηχανική πόλη Foshan της επαρχίας Guangdong κατέβηκαν σε απεργία. Ξεπέρασαν τους διαχωρισµούς µεταξύ των µόνιµων εργαζοµένων και των µαθητευόµενων τεχνικών και σταµάτησαν το σύνολο της παραγωγής της Honda στην Κίνα. Η πολυεθνική εταιρεία αναγκάστηκε να αυξήσει τους µισθούς των εργατών πάνω από 30 τοις εκατό. Αυτή η σύγκρουση πυροδότησε ένα απεργιακό κύµα σε πολλές βιοµηχανίες και περιοχές που διήρκεσε περίπου δύο µήνες. Το φθινόπωρο του 2011, οι κάτοικοι του Wukan της επαρχίας Guangdong πήραν στα χέρια τους τον έλεγχο της αγροτικής τους πόλης και έδιωξαν το τοπικό κόµµα και το προσωπικό της κυβέρνησης. Διεφθαρµένοι αξιωµατούχοι είχαν ξεπουλήσει τη γη χωρίς να δοθεί η αρµόζουσα αποζηµίωση στους αγρότες. Αφού οι ντόπιοι απέκρουσαν τις επιθέσεις της αστυνοµίας και οργάνωσαν µεγάλες συνελεύσεις στο κέντρο της πόλης για πολλές εβδοµάδες, η κυβέρνηση αποδέχτηκε να κάνει µια έρευνα σχετικά µε την πώληση της γης και να κηρύξει εκλογές για νέα τοπική κυβέρνηση.

Αυτά είναι εξέχοντα παραδείγµατα της επιτυχίας και της αποτυχίας των αντιεξεγερτικών πολιτικών της κινεζικής κυβέρνησης. Από τα µέσα της δεκαετίας του ’90 η κοινωνική αναταραχή οξύνεται συνεχώς µε τη συµµετοχή και των τριών επικίνδυνων τάξεων: αγροτών, εργατών των αστικών κέντρων και µεταναστών εργατών. Οι συγκρούσεις για τη γη, οι απεργίες και οι αναταραχές στην ύπαιθρο αλλά και στις πόλεις θα µπορούσαν να είναι προάγγελοι µιας έκρηξης αγώνων που θα τινάξει στον αέρα τις υπάρχουσες κοινωνικοοικονοµικές δοµές εξουσίας. Ωστόσο, οι αντιεξεγερτικές πολιτικές αποδείχθηκαν πετυχηµένες µιας και η έκρηξη δεν έχει συµβεί ακόµα παρά την ένταση και τις τριβές. Η κοινωνική αναταραχή έχει ασκήσει τεράστια πίεση στο καθεστώς αλλά δεν έχει αποδυναµώσει την εξουσία του. Η νέα άρχουσα τάξη µε τα παλιά στελέχη του Κόµµατος και τους καπιταλιστές απογόνους1 και συµµάχους τους όχι µόνο εκσυγχρόνισε και ενίσχυσε τον αντιεξεγερτικό µηχανισµό αλλά δηµιούργησε και µια σειρά θεσµών διαµεσολάβησης, ειρήνευσης και ενσωµάτωσης των κοινωνικών συγκρούσεων.

Μπορεί η έκρηξη να µην έχει συµβεί ακόµα, αυτό όµως δεν σηµαίνει ότι δεν θα συµβεί. Ούτε η καταστολή ούτε η ενσωµάτωση –ούτε κάποια βελτίωση στις συνθήκες διαβίωσης- κατάφεραν να σβήσουν τη φλόγα της εξέγερσης. Οι λόγοι γι’ αυτό µπορούν να εντοπιστούν σε µια σειρά κοινωνικών τρόµων: τεράστιο χάσµα µισθών, εκτοπίσεις, χαµηλοί µισθοί, πολλές ώρες εργασίας, έλλειψη µέτρων ασφαλείας στους χώρους εργασίας µε εκατοµµύρια νεκρούς και ακρωτηριασµένους εργάτες, έλλειψη ενός αποτελεσµατικού συστήµατος κοινωνικής ασφάλισης, µαζικές απολύσεις, φτώχεια ηλικιωµένων, εκτεταµένη διαφθορά και κατάχρηση – κάθε ένας από αυτούς τους λόγους είναι αρκετός για να συνεχιστεί ο αγώνας. Υπάρχουν δύο ερωτήµατα που θα πρέπει τελικά να απαντήσουν οι προλετάριοι, οι αγρότες και όλες οι indignad@s στην Κίνα και αλλού: αφού ο καπιταλισµός αναπαράγει αυτούς τους κοινωνικούς τρόµους, πώς θα απαλλαγούµε από αυτόν και τι έρχεται µετά;

Δεν υπάρχει Κοµµουνισµός πια ή δεν υπήρξε Κοµµουνισµός ποτέ;

Το 1978, το καθεστώς του Κοµµουνιστικού Κόµµατος Κίνας (ΚΚ) ξεκίνησε µια µακρά πορεία από τον καπιταλιστικό κρατικό σοσιαλισµό στον κρατικό σοσιαλιστικό καπιταλισµό. Το παλιό σοσιαλιστικό σύστηµα συνδύαζε τη µοντερνιστική πίστη στη βιοµηχανική ανάπτυξη (τεϊλορισµός, φορντισµός), την αγροτική µεταρρύθµιση και την κοινωνική πρόνοια µε το καθεστώς Απαρτχάιντ µεταξύ των κατοίκων των πόλεων και της υπαίθρου, τον εθνικισµό, τον µιλιταρισµό, τον αυταρχισµό και την πατριαρχία. Οι πολιτικές, οικονοµικές και κοινωνικές κρίσεις του κρατικού σοσιαλισµού στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 ανάγκασαν το καθεστώς να προχωρήσει σε µεταρρυθµίσεις τύπου trial-and-error2 χωρίς να γνωρίζει που θα καταλήξουν. Αυτή η διαδικασία µπορεί να χαρακτηριστεί ως «οι τρεις µεγάλες δεκαετίες µεταρρύθµισης και ανάπτυξης».

Στην πρώτη µεγάλη δεκαετία, από το 1978 έως το 1992, το ΚΚ και οι κρατικές δοµές άρχισαν να συνεργάζονται µε το διεθνές κεφάλαιο για να αλλάξουν τους όρους της καπιταλιστικής συσσώρευσης και της αναπαραγωγής της εργατικής δύναµης. Επετράπη η εισροή ξένου κεφαλαίου στη χώρα. Το κινεζικό κράτος παρείχε τις προϋποθέσεις για κερδοφόρα εκβιοµηχάνιση χαλαρώνοντας, για παράδειγµα, την αυστηρή µεταναστευτική πολιτική και τροφοδοτώντας έτσι µε νέα εργατική δύναµη τις νεοσύστατες Ειδικές Οικονοµικές Ζώνες. Άρχισαν να εµφανίζονται οι πρώτες ρωγµές στο σοσιαλιστικό Σιδερένιο Μπολ Ρύζι3 – µια σειρά µέτρων κοινωνικής πρόνοιας που αφορούσαν µια µειοψηφία, κυρίως εργαζόµενους στα αστικά κέντρα. Επιπλέον, το Κοµµουνιστικό Κόµµα άρχισε να εξαλείφει την παλαιότερη ρητορική του περί ταξικής πάλης και άρχισε να χρησιµοποιεί αντιδραστικές έννοιες για την κοινωνική διαστρωµάτωση4 διατηρώντας, συγχρόνως, άλλα στοιχεία της Μαοϊκής «κοινωνικής συνοχής» όπως ο κινεζικός εθνικισµός και η καταστολή. Εν τω µεταξύ, η εντατικοποιηµένη εµπορευµατοποίηση της εργασίας, οι οικονοµικές κρίσεις και η αυξηµένη πίεση της εργασίας οδήγησε σε λαϊκή δυσαρέσκεια σε πολλά µέρη της χώρας που κορυφώθηκε στο Κίνηµα της Τιενανµέν το 1989. Σε αντίθεση µε τη διαδεδοµένη άποψη, δεν επρόκειτο απλώς για ένα φοιτητικό κίνηµα υπέρ της δηµοκρατίας αλλά για µια µαζική λαϊκή εξέγερση ενάντια στις κοινωνικές συνθήκες και το καθεστώς. Η καταστολή του κινήµατος µε δεκάδες χιλιάδες θύµατα, θανατικές ποινές και συλλήψεις αποδυνάµωσε τη λαϊκή αντίσταση και άνοιξε το δρόµο για ακόµα πιο σκληρές επιθέσεις εναντίον της εργατικής τάξης.

Στη δεύτερη µεγάλη δεκαετία, από το 1992 έως το 2002, το κράτος αναδιάρθρωσε την κρατική οικονοµία ιδιωτικοποιώντας ή κλείνοντας µικρές ή µεσαίες κρατικές επιχειρήσεις και µετατρέποντας τις µεγαλύτερες σε κερδοσκοπικά κρατικά τραστ. Εκατοµµύρια εργάτες απολύθηκαν, πολλοί από τους οποίους δεν µπορούσαν να βρουν δουλειά στον νέο ιδιωτικό τοµέα και δηµιούργησαν έτσι τη νέα τάξη των ανέργων και φτωχών των αστικών κέντρων. Η καταστροφή του Σιδερένιου Μπολ Ρύζι στα µέσα και τα τέλη της δεκαετίας του ’90 οδήγησε σε µαζικούς αγώνες της εργατικής τάξης των αστικών κέντρων, οι οποίοι δεν κατάφεραν µεν να σταµατήσουν την αναδιάρθρωση αλλά την επιβράδυναν κερδίζοντας υλικές παραχωρήσεις. Στο µεταξύ, υπήρξε µια έκρηξη εισροής διεθνούς κεφαλαίου στις ανατολικές επαρχίες της Κίνας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 η πλειοψηφία του νεανικού αγροτικού πληθυσµού µετακινήθηκε προς τις πόλεις για να δουλέψει στα εργοστάσια, στον κατασκευαστικό τοµέα και σε υπηρεσίες. Το καθεστώς συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να εκσυγχρονίσει τις µορφές καταστολής και επίλυσης των συγκρούσεων. Από τη µια δηµιούργησε µια µεγάλη αστυνοµική δύναµη καταστολής των εξεγέρσεων και από την άλλη εισήγαγε ένα νέο πλαίσιο εργατικών νόµων και ρυθµίσεων για τη διαµεσολάβηση των συγκρούσεων στο πεδίο της εργασίας.

Η τρίτη µεγάλη δεκαετία ξεκίνησε περίπου το 2002. Το ΚΚ επέτρεψε στη νέα ελίτ να µπει στο κόµµα µετατρέποντάς το σε ένα κοµµουνιστικό κόµµα καπιταλιστών. Η νέα ταξική σύνθεση, συµπεριλαµβανοµένου ενός αυξανόµενου αριθµού µεταναστών εργατών, άρχισε να διαµορφώνεται µέσα στον αυξανόµενο αριθµό αγώνων. Η δεύτερη γενιά µεταναστών εργατών που ήρθαν στις πόλεις τη δεκαετία του 2000 είχαν µάθει από την εµπειρία των µεγαλύτερων συγχωριανών τους ή των συγγενών τους. Θέλουν να µείνουν στις πόλεις, θέλουν να έχουν ένα µερίδιο από τον πλούτο που παράγουν και είναι έτοιµοι να παλέψουν για αυτό. Θεωρούνται κοµµάτι του «αγροτικού πληθυσµού» και πρέπει να βρουν τρόπους για να παρακάµψουν το ακόµα υφιστάµενο καθεστώς hukou5 που τους παρέχει µια επισφαλή κοινωνική θέση παρόµοια µε αυτή των «προσωρινών» µεταναστών στις δυτικές χώρες. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 ξέσπασαν στην ύπαιθρο αµέτρητοι αγώνες των αγροτών ενάντια στην απαλλοτρίωση των χωραφιών τους, στη λεηλασία της γης, στη βιοµηχανική µόλυνση και στη διαφθορά της κυβέρνησης. Ο µεγάλος αριθµός αγώνων ανάγκασε το καθεστώς να εφαρµόσει «πυροσβεστικές» πολιτικές. Σε περιπτώσεις προλεταριακών ή αγροτικών αγώνων µεγάλης κλίµακας δεν στέλνει µόνο τα αντίστοιχα ΜΑΤ αλλά και κυβερνητικούς αξιωµατούχους µε βαλίτσες γεµάτες λεφτά. Θεσπίστηκαν ξανά νέοι νόµοι και συστάθηκαν νέες κυβερνητικές υπηρεσίες για το καναλιζάρισµα της κοινωνικής αδικίας. Όλα αυτά υποστηρίζονται από µια γελοία κοµφουκιανή κρατική προπαγάνδα περί «αρµονικής κοινωνίας» σύµφωνα µε την οποία αποτελούν απειλή όλοι όσοι «σπάνε» την κοινωνική ειρήνη και αµφισβητούν την εξουσία του Κοµµουνιστικού Κόµµατος.6

Η τέταρτη µεγάλη δεκαετία ή η αρχή του τέλους;

Σε µερικά χρόνια ίσως διαπιστώσουµε ότι το 2010 αποτέλεσε την αρχή µιας τέταρτης µεγάλης δεκαετίας µεταρρυθµίσεων. Η παγκόσµια κρίση και οι αυξανόµενοι κοινωνικοί αγώνες σε ολόκληρο τον κόσµο έχουν αλλάξει το γενικό πλαίσιο. Στην Κίνα, η κοινωνική κρίση και οι κοινωνικές συγκρούσεις µπορεί να προσφέρουν ευκαιρίες για αλλαγή. Η απεργία στη Honda και το απεργιακό κύµα που ακολούθησε µαζί µε µια σειρά αυτοκτονιών στο γιγαντιαίο παραγωγό ηλεκτρονικών, τη Foxconn, είχαν στο εσωτερικό της Κίνας τεράστια επίδραση στη δηµόσια συζήτηση σχετικά µε την αναταραχή στους χώρους εργασίας και την κοινωνική δικαιοσύνη. Ενώ κάποιοι προλετάριοι µπορούν να χρησιµοποιήσουν την απεργία ως µέσο αγώνα (καθώς δουλεύουν σε βιοµηχανικές µονάδες µε εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλους µε παρόµοια συµφέροντα), άλλοι συνεχίζουν να χρησιµοποιούν τις λαϊκές εξεγέρσεις και τις ταραχές ως µέσα για να εκφράσουν το θυµό τους, µια µορφή «συλλογικής διαπραγµάτευσης µέσω της εξέγερσης». Ο αυξανόµενος αριθµός αυτόνοµων µορφών οργάνωσης µεταξύ των εργατών και των αγροτών έφερε στο προσκήνιο το φάντασµα της εξέγερσης και οδήγησε ξανά σε µια συζήτηση εντός των δοµών της εξουσίας σχετικά µε το πώς µπορεί να αντιµετωπιστεί η κοινωνική πίεση από τα κάτω.

Σε άµεση σύνδεση µε την όξυνση του ταξικού ανταγωνισµού, πολλοί θεσµοί που υποστηρίζουν την κινεζική κοινωνία υπέστησαν δραµατικές αλλαγές από τη δεκαετία του ’80. Αυτό το γεγονός οδήγησε σε µια κρίση της κοινωνικής αναπαραγωγής και των σχέσεων των δύο φύλων καθώς και σε αγώνες (γυναικών) γύρω από την οργάνωση της αναπαραγωγής και την κοινωνική ελευθερία. Η µετανάστευση, η Πολιτική του Ενός Παιδιού και η λανθάνουσα αποσύνθεση της βιολογικής οικογένειας έχει οδηγήσει στην αλλαγή της θέσης των γυναικών µέσα στην οικογένεια και την κοινωνία και σε µια βαθιά «κρίση κοινωνικής φροντίδας».

Ως συνήθως, το κεφάλαιο χρησιµοποιεί την επιθυµία των καταπιεσµένων για καλύτερες συνθήκες ζωής για να εφαρµόσει νέες µορφές ελέγχου και εκµετάλλευσης. Στη συγκεκριµένη περίπτωση, πολλές γυναίκες δράττονται της ευκαιρίας που προσφέρει η µετανάστευση για να ξεφύγουν από τον πατριαρχικό έλεγχο και την πατριαρχική καταπίεση των χωριών τους µόνο και µόνο για να καταλήξουν σε έναν νέο βιοµηχανικό κόσµο εκµετάλλευσης υπό ένα διαφορετικό πατριαρχικό καθεστώς. Αυτό το γεγονός σε συνδυασµό µε την εµπορευµατοποίηση και το αυξανόµενο κόστος της οικιακής εργασίας, της υγειονοµικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης παρήγαγε τεράστια κοινωνική εξαθλίωση και έντονους υπαρξιακούς φόβους. Οι εργάτες στην Κίνα αναγκάζονται να βελτιώσουν το προσωπικό τους suzhi (κοινωνική ποιότητα ή ανθρώπινο κεφάλαιο) ώστε να αυξήσουν τις ευκαιρίες τους στην αγορά εργασίας και να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις της αναπαραγωγής.7 Την ίδια στιγµή, οι πολλές ώρες εργασίας και η µετανάστευση από µακρινές περιοχές έχουν ως αποτέλεσµα µια δραµατική «κρίση χρόνου» στην καθηµερινή ζωή των εργατών.8 Περαιτέρω κοινωνικές εντάσεις προέκυψαν από τη συνύπαρξη της ανεργίας, της επισφάλειας, της εκµετάλλευσης, των συνεχιζόµενων ρατσιστικών διακρίσεων κατά των µεταναστών και των επονοµαζόµενων µειονοτήτων και των ηλικιακών διακρίσεων που προωθούνται από τις πολιτικές των βιοµηχανιών οι οποίες ευνοούν το νεαρό σε ηλικία εργατικό δυναµικό.

Το κράτος γνωρίζει ότι πρέπει να συνεχίσει να ενορχηστρώνει αυτές τις εντάσεις, να επινοεί και να χρησιµοποιεί κοινωνικές τεχνολογίες για να αποδυναµώνει τις κοινωνικές εξεγέρσεις. Προσπαθεί να υιοθετήσει τους µηχανισµούς ρύθµισης των συγκρούσεων στις νέες εργασιακές σχέσεις. Αυτό περιλαµβάνει έναν περαιτέρω εκσυγχρονισµό της µεταναστευτικής πολιτικής (hukou), νέους εργασιακούς κανονισµούς και το αυστηρό καναλιζάρισµα των συγκρούσεων µέσω κρατικών φορέων και κρατικών συνδικάτων. Πάνω από όλα, το καθεστώς χρησιµοποιεί τη νέα οικονοµική του εξουσία και τον αυτοκρατορικό του ρόλο για να προσπαθήσει να διασφαλίσει την οικονοµική ανάπτυξη – παρά τα καταστροφικά της αποτελέσµατα στη φύση και τους ανθρώπους. Πρέπει να διασφαλίσει ότι θα επιτευχθεί ένας ρυθµός ανάπτυξης 8 τοις εκατό, που το ίδιο το καθεστώς έχει διακηρύξει, έτσι ώστε να δηµιουργηθούν αρκετές θέσεις εργασίας για τους µεγαλύτερους και τους νέους προλετάριους και έτσι να αποφευχθεί περαιτέρω κοινωνική αναταραχή. Χρειάζεται επίσης αυτή την ανάπτυξη για να κρατήσει ψηλά το λάβαρο του καπιταλιστικού ονείρου της συνεχούς υλικής βελτίωσης και για να κρατήσει την υπόσχεση µιας καλύτερης προσωπικής ζωής για την καταπιεζόµενη τάξη που συνεχίζει να δουλεύει, δεµένη µε αλυσίδες και µε καλή διάθεση.

Αυτό που βλέπουµε σε αυτή την πιθανή τέταρτη φάση µεταρρυθµίσεων είναι ένα αυτοαποκαλούµενο σοσιαλιστικό κράτος της αγοράς που συνεχίζει να επικεντρώνεται στην καπιταλιστική ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισµό και τώρα σχεδιάζει την «ιδιωτικοποίηση» της γης στην ύπαιθρο και την τελική εκβιοµηχάνιση της γεωργίας. Αυτή είναι η τελευταία µείζονα µεταρρύθµιση που θα µπορούσε να ολοκληρώσει την προλεταριοποίηση του αγροτικού πληθυσµού λεηλατώντας τα (περιορισµένα) µέσα επιβίωσής του. Το κράτος συνδυάζει στρατηγικές καπιταλιστικής εκµετάλλευσης και αναγκαστικής επιστροφής στην εργασία (workfare) µε κοινωνικές τεχνολογίες κατασταλτικής ανοχής9, διαφορετικές από αυτές που αντιµετωπίζουν οι προλετάριοι στα «δυτικά» κράτη. Αν τα εξετάσουµε όλα αυτά από τη σκοπιά της κοινωνικής επανάστασης και της απελευθέρωσης, οι κατασταλτικές όψεις των αντιεξεγερτικών πολιτικών της Κίνας και οι καπιταλιστικές στρατηγικές ρύθµισης (fixes) (µορφές αναδιάρθρωσης µε στόχο την αποδυνάµωση των εργατών, όπως η µετεγκατάσταση κεφαλαίου, η αυτοµατοποίηση, οι διαχωρισµοί της εργατικής δύναµης βάσει φύλου κ.λπ.)10 αποτελούν προφανή πεδία αγώνα. Την ίδια στιγµή, άλλα πεδία αγώνα συσκοτίζονται από τα αποκλίνοντα συµφέροντα των αριστερών παραγόντων και ιδεολογιών.

Αριστερά Αδιέξοδα ή Καταστρεπική Κριτική;

Η εξάπλωση του αγώνα στην Κίνα θα µπορούσε να ανοίξει νέες κοινωνικές προοπτικές για αλλαγή. Δέκα χρόνια πριν, πολλοί αγώνες βασίζονταν σε µορφές οργάνωσης βάσει των συγγενικών σχέσεων και περιορίζονταν σε µοριακές κινητοποιήσεις σε µία εταιρεία ή σε µία γειτονιά. Μέσα σε µια δεκαετία εµφανίστηκε ένα νέο στρώµα εργατών ακτιβιστών, καθώς και µαχόµενων δικηγόρων και δηµοσιογράφων, κι έτσι οµάδες κοινών συµφερόντων και συνοµηλίκων συµπλήρωσαν τα οικογενειακά δίκτυα.11 Αν και σε περιορισµένο βαθµό, εξαιτίας των διαχωρισµών που επιβάλλει το hukou (µεταξύ αγροτών και µη αγροτών εργατών) και των εργασιακών και κοινοτικών ιεραρχιών που αντανακλώνται στις απεργιακές επιτροπές και στις αυτο-οργανωµένες πρωτοβουλίες, είναι προφανές ότι µια νέα ταξική (ανα)σύνθεση δηµιουργεί εκπληκτική κοινωνική δυναµική: απεργιακά κύµατα, αγώνες αντίστασης από τα κάτω που είτε εξαπλώνονται µιµητικά είτε µε τη µορφή ντόµινο, συζητήσεις για τις συνθήκες, τους αγώνες, τις στρατηγικές οργάνωσης και αλλαγής τόσο µέσα στο ψηφιακό σύννεφο των chat-room και των ιστοσελίδων όσο και κατά µήκος των φυσικών διαδροµών των µεταναστών και εντός των προλεταριακών κοινοτήτων. Όλα αυτά επηρεάζουν τις εργατικές τάξεις των αγροτών, των µεταναστών και των εργατών των αστικών κέντρων, συµπεριλαµβανοµένων των µυρµηγκιών (yizu), των µορφωµένων αλλά επισφαλών υπαλλήλων που ήλπιζαν να κάνουν καριέρα και κατέληξαν σε δουλειές χαµηλής ειδίκευσης. Το κινεζικό καθεστώς φοβάται ότι αυτή η νέα κατώτερη τάξη µπορεί να συνάψει συµµαχίες µε τους χειρώνακτες προλετάριους και τους προλετάριους που εργάζονται στις υπηρεσίες και να υπονοµεύσουν την τρέχουσα τάξη – όπως έγινε κατά τη διάρκεια των Αραβικών Εξεγέρσεων.

Αυτό που ορίζουµε ευρέως ως «αριστερά» στην Κίνα είναι µικρής κλίµακας και κατακερµατισµένο. Ένα µεγάλο κοµµάτι της είναι επηρεασµένο από διάφορες ερµηνείες του Μαοϊσµού. Στηρίζουν τους εργατικούς αγώνες παραµένοντας προσκολληµένοι στις ιδέες του κόµµατος και του εθνικισµού. Δραστήριες ΜΚΟ, πολλές από τις οποίες στηρίζονται σε ιδρύµατα, συνδικάτα ή εκκλησίες από το Χονγκ Κονγκ ή τη Δύση, ταλαντεύονται µεταξύ κοινωνικής εργασίας και ρεφορµισµού µε επίκεντρο το κράτος αλλά και µεταξύ ακτιβισµού βάσης και ενδυνάµωσης των εργατών. Η διάδοση των νεο-µαρξιστικών και φεµινιστικών ιδεών καθώς και το ενδιαφέρον που έχει εµφανιστεί µέσα στους νεότερους ακαδηµαϊκούς κύκλους για τους εργατικούς αγώνες και η επιθυµία τους να συµµετέχουν σε αυτούς αποτελούν ελπιδοφόρα σηµάδια. Ωστόσο, αυτή η µικρή «αριστερά» έχει συνεχώς να αντιµετωπίσει τη λογοκρισία, την καταστολή και τις απειλές από τις δυνάµεις ασφαλείας αλλά και µια ισχυρή πίεση από τον µηχανισµό του κράτους και του κόµµατος που απαιτούν να ακολουθήσει τη γραµµή της «κοινωνικής αρµονίας» και έτσι να βοηθήσει στο µετασχηµατισµό της ταξικής ισχύος σε ένα αµβλύ όπλο της κοινωνικής συνεργασίας.12

Ένα παράδειγµα αριστερών ψευδαισθήσεων και πολιτικών λόµπι είναι η συζήτηση για τα συνδικάτα. Τα συνδικάτα είναι ένα δυνητικό εργαλείο για τον έλεγχο και την ειρήνευση των εργατικών αγώνων. Εκπροσωπούν τα υλικά συµφέροντα των εργατών έναντι των συµφερόντων του κεφαλαίου και του κράτους αλλά µόνο εντός συγκεκριµένων συστηµικών ορίων και αποδεχόµενα τους καπιταλιστικούς µηχανισµούς – διαφορετικά θα πρέπει να εγκαταλείψουν το ρόλο τους ως συνδικάτων. Στην Κίνα τα συνδικάτα συνεχίζουν να είναι µαζικές οργανώσεις του ΚΚ και εξαρτώνται άµεσα από την κρατική χρηµατοδότηση και τις κυβερνητικές οδηγίες. Εναντιώνονται σε όλες τις απεργίες και επιτίθενται στις ανεξάρτητες µορφές οργάνωσης των εργατών. Αυτό δεν εµποδίζει τους αριστερούς υποστηριχτές του µαχητικού ή ρεφορµιστικού συνδικαλισµού -Μαοϊκούς ή όχι- να απαιτούν τη «µεταρρύθµιση» των κρατικών συνδικάτων ώστε να µπορούν να λειτουργούν ως πραγµατικά συνδικάτα έναντι του κεφαλαίου και του κράτους. Άλλοι αριστεροί πρωτεργάτες τάσσονται υπέρ της δηµιουργίας ανεξάρτητων συνδικάτων δυτικού τύπου που θα δρουν προς όφελος των συµφερόντων των εργατών. Αντιπαρέρχονται όµως τη µακρά ιστορία του συµβιβασµού των συνδικάτων και την αποδυνάµωση των εργατικών αγώνων που έχουν προκαλέσει αυτού του είδους τα συνδικάτα σε χώρες σε ολόκληρο τον κόσµο.

Αντί να παρέχει τα σωστά «αριστερά» εργαλεία επισκευής της διαλυόµενης καπιταλιστικής κοινωνικής δοµής, λαδώνοντας τα γρανάζια της διαιτησίας και της ειρήνευσης των κοινωνικών αγώνων ή ακόµα κι επινοώντας εκ νέου τον µύθο ενός «εργατικού κράτους», η αριστερά θα έπρεπε να εµπλακεί περισσότερο και να υποστηρίξει τις διαδικασίες ταξικής (ανα)σύνθεσης σπάζοντας την κρατική λογοκρισία και διαδίδοντας περισσότερες πληροφορίες για τους αγώνες στην Κίνα και πέρα από αυτή, απέχοντας από τον εποικοδοµητικό της ρόλο εντός των ορίων του καπιταλισµού και σφυρηλατώντας εργαλεία καταστρεπτικής κριτικής. Αυτού του τύπου η κριτική πρέπει να ξεδιαλύνει την κρατική προπαγάνδα αλλά και την οµίχλη που περιβάλει την καπιταλιστική εκµετάλλευση και να ρίχνει φως στους αγώνες που µπορούν να ανοίξουν προοπτικές πέρα από τον καπιταλισµό. Συγκεκριµένες µέθοδοι πρέπει να περιλαµβάνουν τουλάχιστον δύο στοιχεία, ίχνη των οποίων µπορούν να βρεθούν σε ολόκληρη την ιστορία της επαναστατικής πολιτικής στην Κίνα: ανάλυση των διαδικασιών της ταξικής (ανα)σύνθεσης από την οπτική των προλετάριων και των άλλων καταπιεζόµενων ανθρώπων˙ παραλλαγές της conricerca (συν-έρευνα), µιας απόπειρας να σπάσουν, µέσω της µαχητικής έρευνας, οι διαχωρισµοί µεταξύ των προλετάριων, των ακτιβιστών και των επονοµαζόµενων διανοούµενων τόσο εντός της Κίνας όσο και σε σχέση µε τους προλετάριους και τους ακτιβιστές αλλού – ως κοµµάτι µιας νέας οργάνωσης από τα κάτω.

Παγκοσµιοποιηµένη προοπτική

Φυσικά αυτό δεν είναι µια πρόκληση µόνο για την αριστερά µέσα και γύρω από την Κίνα αλλά σε ολόκληρο τον κόσµο. Είναι εκπληκτικό πώς µετά από δεκαετίες αποτυχηµένων προγραµµάτων των αριστερών κοµµάτων, των εθνικοαπελευθερωτικών κινηµάτων και του κρατικού σοσιαλισµού ή της σοσιαλδηµοκρατίας, ένα µεγάλο κοµµάτι της αριστεράς συνεχίζει να επιµένει στην παλιά αριστερή αφήγηση της οικοδόµησης του κράτους, του κοµµατικού κοινοβουλευτισµού, του πατερναλισµού και των πολιτικών εξουσίας – ακόµα και σε µια εποχή παγκόσµιας κρίσης και εξαθλίωσης που έχει οδηγήσει σε πρωτοφανή κοινωνική οργή και εξέγερση.

Αυτή είναι η στιγµή για να επιτεθούµε στο µοντέλο της φθηνής εργασίας, στις ιδέες της κοινωνικής συνεργασίας και στους συµβιβασµούς του κοινωνικού κράτους. Η αριστερά πρέπει να αφήσει πίσω της τις ιδέες των καταναλωτικών µποϊκοτάζ, της εταιρικής ευθύνης και των αριστερών λόµπι και να συµµετάσχει σε µη πατερναλιστικές δράσεις αλληλεγγύης πέρα από τα φυσικά και εικονικά σύνορα. Ο ξεπερασµένος δι-εθνισµός πρέπει να αντικατασταθεί από την προοπτική µιας παγκόσµιας εργατικής τάξης. Αυτή η τάξη παραµένει διαχωρισµένη µεταξύ Βορρά και Νότου, από τις εθνικές αγορές εργασίας (καθώς και από σεξιστικούς και ρατσιστικούς διαχωρισµούς της εργασίας εντός αυτών των αγορών) και κατά µήκος των παγκόσµιων µεταναστευτικών αλυσίδων. Ωστόσο, το παγκόσµιο κύµα αγώνων δίνει την ευκαιρία να επιτεθούµε και να καταργήσουµε αυτά τα σύνορα από τα κάτω.

Το παγκόσµιο κεφάλαιο πήγε στην Κίνα δηµιουργώντας µια συµµαχία µε ένα κοµµατικό κράτος που προσπαθούσε να επιβιώσει και να υπερασπιστεί την κυριαρχία του. Ακολούθησαν συγκρούσεις που ξεκίνησαν από τις Ειδικές Οικονοµικές Ζώνες στην Ανατολική Ακτή της Κίνας και τώρα ακολουθούν τις διαδροµές της µετεγκατάστασης του κεφαλαίου στην Κεντρική και Δυτική Κίνα. Εάν αυξηθεί η πίεση από τα κάτω και το καθεστώς αναγκαστεί να κάνει περισσότερες παραχωρήσεις -όπως τα προηγούµενα χρόνια- και εάν η παγκόσµια κρίση ενταθεί και ξεσπάσει σε ολόκληρη την Κίνα, οι κοινωνικοί αγώνες εκεί µπορεί να έχουν αντίκτυπο σε παγκόσµιο επίπεδο, να ενωθούν µε κοινωνικές εξεγέρσεις αλλού και να ανατρέψουν τα καπιταλιστικά σχέδια διαχείρισης της κρίσης. Συχνά οι κοινωνικοί αγώνες δεν έχουν πολιτικά αιτήµατα -τόσο στην Κίνα όσο και αλλού- αλλά εάν δηµιουργήσουν ένα µαζικό κίνηµα µπορούν να εξουθενώσουν το καπιταλιστικό δίκτυο εκµετάλλευσης και καταστολής και να ανοίξουν τον δρόµο για έναν κόσµο πέρα από τις καπιταλιστικές σχέσεις. Αυτή η διαδικασία µπορεί µόλις να έχει αρχίσει και σίγουρα οι αγώνες στην Κίνα θα παίξουν βασικό ρόλο στον καθορισµό της κατεύθυνσης και την έκβαση.

Ας εµπλακούµε.

(Mutiny #65, 5/6 2012)


Υποσημείωσεις

1 Πολλοί εκπρόσωποι της κινεζικής καπιταλιστικής τάξης είναι (πρώην) κοµµατικά ή κυβερνητικά στελέχη ή τα παιδιά τους.

2 (σ.τ.µ.) Μέθοδος επίλυσης προβληµάτων κατά την οποία χρησιµοποιούνται σε επανάληψη διάφορα µέσα ή θεωρίες µέχρι να ελαχιστοποιηθεί ή να εξαλειφθεί το σφάλµα.

3 (σ.τ.µ.) Το Σιδερένιο Μπολ Ρύζι είναι ένας όρος που χρησιµοποιήθηκε από το Μαοϊκό καθεστώς και αφορούσε µια σειρά µέτρων που εξασφάλιζαν στους εργάτες των αστικών κέντρων µόνιµη εργασία, στέγαση, εκπαίδευση για τα παιδιά, υγειονοµική περίθαλψη και συνταξιοδοτικά προγράµµατα. Σήµερα χρησιµοποιείται για να περιγράψει επαγγέλµατα µε εξασφαλισµένες θέσεις εργασίας, υψηλό µισθό και επιδόµατα. Αφορά κυρίως δουλειές στο δηµόσιο και τον στρατό.

4 6 Για το πώς το ΚΚ εγκατέλειψε τη δεκαετία του ’80 τις Μαοϊκές αντιλήψεις για την ταξική πάλη – ακολουθώντας ένα παγκόσµιο ρεύµα «αποχαιρετισµού της εργατικής τάξης»- και τις αντικατέστησε µε τις Βεµπεριανές αντιλήψεις για την κοινωνική διαστρωµάτωση, βλέπε: Pun Ngai/Chris King-Chi Chan, “The Subsumption of Class Discourse in China”, boundary 2, Vol. 35 (2) (Summer 2008): 75-91.

5 (σ.τ.µ.) Το hukou (χουκόου) είναι ένα σύστηµα καταγραφής του πληθυσµού βάσει της κατοικίας, δηλαδή το κάθε άτοµο και τα προσωπικά του στοιχεία καταγράφονται σε ένα µητρώο βάσει της κατοικίας του. Στην πραγµατικότητα όµως είναι ένα εργαλείο που χρησιµοποιεί το κινεζικό κράτος για τον έλεγχο της εσωτερικής µετανάστευσης, για την πειθάρχηση των εσωτερικών µεταναστών και για να διατηρείται πολύ χαµηλή η τιµή και η αξία της εργασιακής τους δύναµης. Αυτό συµβαίνει διότι οι εσωτερικοί µετανάστες είναι καταγεγραµµένοι στο σύστηµα hukou ως κάτοικοι των αγροτικών περιοχών από τις οποίες προέρχονται. Όταν φτάνουν στα αστικά κέντρα περνάνε µέσα από µια χρονοβόρα και αµφιβόλου αποτελέσµατος διαδικασία για να καταγραφούν ως προσωρινοί κάτοικοι. Αυτό σηµαίνει ότι δεν δικαιούνται τις ίδιες παροχές µε τους µόνιµους κατοίκους των πόλεων: είναι αποκλεισµένοι από το δηµόσιο σύστηµα υγείας, από τη δηµόσια εκπαίδευση, από τις κρατικές παροχές σε σχέση µε τη στέγαση, από βασικά εργασιακά δικαιώµατα όπως η ασφάλιση ή το ωράριο εργασίας. Το καθεστώς τους µπορεί να συγκριθεί µε αυτό των παράνοµων µεταναστών στη Δύση. Ως φτηνό εργατικό δυναµικό υπόκεινται σε άγρια εκµετάλλευση από τα αφεντικά και ως «επικίνδυνη τάξη» υπόκεινται άγρια αστυνοµική καταστολή. Έχουν γίνει διάφορες µεταρρυθµίσεις του συστήµατος hukou στην κατεύθυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας της εργασιακής δύναµης, για παράδειγµα, µπορεί ο µετανάστης να αγοράσει µια προσωρινή άδεια παραµονής σε κάποιο αστικό κέντρο που του δίνει τη δυνατότητα να εργαστεί νόµιµα. Σύµφωνα µε τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ο αριθµός των εσωτερικών µεταναστών στην Κίνα έχει ξεπεράσει τα 250 εκατοµµύρια.

6 Το ΚΚ εισήγαγε την ιδέα µιας (σοσιαλιστικής) «αρµονικής κοινωνίας» στις αρχές της δεκαετίας του 2000, υπογραµµίζοντας δηµοσίως ότι δεν επικεντρώνει πλέον µόνο στην οικονοµική ανάπτυξη αλλά και στην κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή η ιδέα προέρχεται από το αυταρχικό σύστηµα του Κοµφουκιανισµού που το ΚΚ είχε επικρίνει ως «φεουδαρχικό» τις προηγούµενες δεκαετίες.

7 Για µια περιγραφή του suzhi ως νεοφιλελεύθερης έννοιας –παρόµοιας µε αυτής της «δια βίου µάθησης» και της «αυτο-διαχείρισης»- βλέπε Yan Hairong, “Rurality and Labor Process Autonomy – The Question of Subsumption in the Waged Labor of Domestic Service”, Cultural Dynamics, Vol. 18 (1) (March 2006): 5-31.

8 Σχετικά µε την έλλειψη ελέγχου του χρόνου και την επακόλουθη «κρίση χρόνου» από µια φεµινιστική σκοπιά, βλέπε: Liu Jieyu, Gender and Work in Urban China. Women workers of the unlucky generation. London/New York (2007).

9 (σ.τ.µ.) Το κινεζικό κράτος έχει παραχωρήσει πολύ µεγαλύτερες ατοµικές ελευθερίες σε σχέση µε παλαιότερα. Ωστόσο, αυτές οι ελευθερίες παραχωρούνται στο βαθµό που δεν οδηγούν στην πολιτικοποίηση και την αµφισβήτηση της εξουσίας του κόµµατος. Αυτό σηµαίνει ο όρος «κατασταλτική ανοχή».

10 Σχετικά µε τις καπιταλιστικές στρατηγικές ρύθµισης (fixes), βλέπε Beverly Silver, Forces of Labor – Workers’ Movements and Globalization Since 1870, Cambridge (2003)

11 Βλέπε Pun Ngai/Chris King-Chi Chan, “The making of a new working class: a study of collective actions of migrant workers in South China”, The China Quarterly, 198 (1009): 287-303.

12 Μια πιο λεπτοµερής ανάλυση της κινεζικής «αριστεράς» θα υπερέβαινε το αντικείµενο του άρθρου. Για µια συζήτηση σχετικά µε τη Μαοϊστική κληρονοµιά και τη «φιλελεύθερη» επονοµαζόµενη Νέα Αριστερά στην Κίνα βλέπε: Lance Carter, “A Chinese Alternative? Interpreting the Chinese New Left Politically”, Insurgent Notes, Issue 1 (June 2010).

 

This entry was posted in κείμενα. Bookmark the permalink.