Eνάντια στο φετίχ της αντιπροσώπευσης – ταξικοί αγώνες στην Κίνα πέρα από τη μεγάλη αφήγηση της αριστεράς

friends of gongchao (Απρίλιος 2013)

Bahasa Indonesiaбългарски | English | Español |  Slovenčina | Türkçe


Σ την Κίνα, η κρίση του “σοσιαλιστικού” συστήματος κλιμακώθηκε τη δεκαετία του 1970. Ένα κύμα αγώνων και συνακόλουθων καπιταλιστικών επιθέσεων σε όλον τον πλανήτη κατά την ίδια περίοδο οδήγησε στην μέχρι πρότινος αναπάντεχη συμμαχία του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος με το παγκόσμιο ιδιωτικό και κρατικό κεφάλαιο. Οι μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του 1970 ολοκλήρωσαν, μέχρι τη δεκαετία του 1990, τη μετατροπή της χώρας στο “εργοστάσιο του κόσμου”.

Η παλιά εργατική τάξη αποσυντέθηκε μέσω της αναδιάρθρωσης και της συρρίκνωσης των κρατικών βιομηχανιών και την καταστροφή του “μεταλλικού δοχείου ρύζι”, μιας σειράς εγγυήσεων του κοινωνικού κράτους για ένα μέρος των εργατών στις πόλεις. Εντωμεταξύ, η βιομηχανοποίηση και η μετανάστευση από την ύπαιθρο στις πόλεις οδήγησαν στη δημιουργία μιας κατακερματισμένης αγοράς εργασίας και τη συγκρότηση μιας μαζικής εργατικής τάξης 200 έως 300 εκατομμυρίων, την οποία εκμεταλλεύεται το κινεζικό και το κρατικό κεφάλαιο, και ελέγχει και καταστέλλει το κράτος μέσω αυστηρών πολιτικών και κοινωνικών μέτρων.

Μέχρι τώρα, η διαδικασία της προλεταριοποίησης των εσωτερικών μεταναστών παραμένει ανολοκλήρωτη, επειδή οι νόμοι για τη δήλωση και τη διαχείριση των νοικοκυριών (χιούκου) δεν τους επιτρέπουν να εγκατασταθούν στις πόλεις. Στην Κίνα δεν εφαρμόστηκαν με τον ίδιο τρόπο oι “περιφράξεις” μέσω των οποίων σε πολλά μέρη του πλανήτη οι αγρότες έχασαν τη γη τους και αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε καπιταλιστικούς χώρους εργασίας για να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη. Για τους περισσότερους εσωτερικούς μετανάστες στην Κίνα, ο δρόμος για την επιστροφή στο χωριό και το “χωραφάκι” είναι κλειστός: Τα εισοδήματα στην ύπαιθρο είναι πολύ χαμηλά, ανεργία παντού, ευκαιρίες δεν υπάρχουν και η υποκειμενική προτίμηση όλων στρέφεται στη “σύγχρονη ζωή της πόλης”.2

νέοι αγώνες

Η βιομηχανοποίηση, η μετανάστευση και η προλεταριοποίηση έχουν αλλάξει άρδην το κοινωνικό τοπίο στην Κίνα. Όπως και αλλού, η μετανάστευση αποτελεί διαδικασία αναγκαστικής μετακίνησης για τις ανάγκες του κεφαλαίου (με στόχο δηλαδή τη μισθωτή ή την άμισθη εργασία εκεί που τη χρειάζεται το κεφάλαιο), αλλά περιλαμβάνει και στοιχεία αυτόνομης προλεταριακής κινητικότητας με στόχο την απόδραση από την αθλιότητα, την εκμετάλλευση, την πατριαρχία στον τόπο προέλευσης του μετανάστη. Στην Κίνα, η μετανάστευση έχει προκαλέσει τις συνεχιζόμενες μάχες και συγκρούσεις σε όλο το πεδίο των κοινωνικών σχέσεων που διατρέχουν τα φύλα, τις γενιές, τις τάξεις, για τη διεκδίκηση μεγαλύτερης κοινωνικής ελευθερίας και περισσότερο έλεγχο στη ζωή. (Οι αγώνες αυτοί έφτασαν να αμφισβητούν και τα ίδια τα ιδεολογικά θεμέλια της κινεζικής κοινωνίας, π.χ. την κομφουκιανή πατριαρχία.) Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι κοινωνικοί αγώνες στην Κίνα επικεντρώνονταν σε εργασιακά θέματα, στη διαφθορά, την υφαρπαγή της γης ή σε θέματα περιβαλλοντικά και ξεκινούσαν τόσο από μετανάστες εργάτες όσο κι από εργάτες της πόλης, ακόμη και από τις “μεσαίες τάξεις”. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οι παλιές εργατικές τάξεις είχαν διεξαγάγει σκληρούς αγώνες ενάντια στις απολύσεις και την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας, καταφέρνοντας όμως μόνον να καθυστερήσουν, όχι να αποτρέψουν πλήρως, τη διαδικασία που είχε ξεκινήσει. Κατά την ίδια περίοδο, οι αγρότες είχαν πολεμήσει ενάντια στο διεφθαρμένο κράτος και τους αξιωματούχους του κόμματος, τη λεηλασία της γης, την υψηλή φορολόγηση και είχαν αναγκάσει το κράτος να χαμηλώσει τους φόρους, πολλά ωστόσο από τα προβλήματα της υπαίθρου παραμένουν.

Οι αγώνες των νέων μεταναστών εργατών που διεκδικούν βελτίωση των συνθηκών τους εντάθηκαν καθόλη τη δεκαετία του 2000 και κλιμακώθηκαν το 2010.3 Οι αγώνες αυτοί έχουν περιγραφεί ως “ταξικοί αγώνες χωρίς ταξική οργάνωση”4, αφού έχουν βάση ταξική, αλλά είναι οργανωμένοι αυτόνομα, χωρίς δηλαδή θεσμικές εργατικές οργανώσεις. Περιλαμβάνουν και μορφές αγώνα παράνομες, όπως είναι οι γενικές απεργίες των βιομηχανικών εργατών σε μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, όπως είναι μαζικές εξεγέρσεις μεταναστών προλεταρίων (έμμισθων και άμισθων), διαδηλώσεις, καθιστικές διαμαρτυρίες, μπλόκα στους δρόμους, καθώς και καθημερινές μορφές αντίστασης στον εργασιακό χώρο όπως η λούφα, η κοπάνα, το σαμποτάζ.5 Πρόσφατα, οι μεγάλοι εργατικοί αγώνες φαίνεται να προέκυψαν στα νέα βιομηχανικά κέντρα στην ανατολική ακτή της Κίνας (στο δέλτα του Ποταμού Περλ, στο δέλτα του Γιανγκτσέ και στην περιοχή Πεκίνο/Τιαντζίν), αλλά ακολούθησαν και τη διαδρομή της βιομηχανικής μετεγκατάστασης σε νέες ζώνες στην ενδοχώρα, όπως το Τσονκουίνγκ, Ζενγκζού και Τσενγκντού.

νέες διεκδικήσεις, νέοι τρόποι οργάνωσης

Με την αύξηση του αριθμού των αγώνων άλλαξαν και το περιεχόμενο, οι τρόποι και οι μορφές οργάνωσής τους. Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 2000 πολλοί από τους αγώνες αφορούσαν στην υπεράσπιση στοιχειωδών συνθηκών εργασίας ή εναντιώνονταν στην παραβίαση των δικαιωμάτων από τα αφεντικά, οργανώνονταν μάλιστα με βάση τις κοινωνικές συγγένειες μεταξύ των αγωνιζομένων. Περιορίζονταν συνήθως σε μία μόνον εταιρεία (ένα χωριό, μία γειτονιά κ.ο.κ.) και ο περιορισμός αυτός ονομάστηκε “μοριακός ακτιβισμός”.6 Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000, όλο και περισσότεροι αγώνες στράφηκαν προς επιθετικότερες διεκδικήσεις για βελτιώσεις στο χώρο δουλειάς και οργανώθηκαν πέρα από τη βάση της κοινωνικής συγγένειας, αποδείχθηκαν μάλιστα πολύ μεταδοτικοί και ενέπνευσαν απεργίες αλληλεγγύης (copycats), απεργίες-ντόμινο, υψηλότερη συμμετοχή, άμεση δημοκρατία από τα κάτω και συντονισμό ενός ολοένα και αυξανόμενου αριθμού αγωνιζόμενων εργατών και δικτύων από αλληλέγγυους.7 Τόσο οι χώροι εργασίας όσο και οι φοιτητικές εστίες και οι καταυλισμοί των μεταναστών εργατών έξω από τις εργοστασιακές ζώνες αποτέλεσαν οργανωτικά πεδία των αγώνων αυτών. Ειδικευμένοι εργάτες, επιστάτες και επιστάτριες έχουν παίξει σημαντικό ρόλο σε πολλούς αγώνες χρησιμοποιώντας τις ικανότητές τους και τη θέση τους για να οργανώσουν την αντίσταση. Το ίδιο και οι λεγόμενοι δικηγόροι και δημοσιογράφοι “των πολιτών” [που δουλεύουν προς όφελος του κόσμου και όχι για το κράτος], που συχνά είναι οι ίδιοι πρώην μετανάστες εργάτες που αποκτούν νομικές και άλλες γνώσεις μέσ’ από τις δραστηριότητες αλληλεγγύης στους εργατικούς αγώνες ενάντια στις εταιρείες και βοηθούν στη διάδοση των πληροφοριών και της εμπειρίας των αντιστεκόμενων.8

νέες γενιές

Οι εργάτες σήμερα είναι πιο αποφασισμένοι, πιο σίγουροι και πιο ικανοί να οργανώσουν διαμαρτυρίες και απεργίες. Αυτό συνδέεται και με τον τρόπο που διάφορες γενιές μεταναστών εργατών διαδέχτηκαν η μία την άλλη. Η πρώτη γενιά μετανάστευσε στις αστικές ζώνες κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, δεν είχε καμιά εμπειρία βιομηχανικής εργασίας και ζωής στην πόλη και είχε στόχο να επιστρέψει κάποτε στο χωριό. Οργάνωνε μονάχα μεμονωμένες εργατικές αναταραχές. Η δεύτερη γενιά μετανάστευσε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και του 2000, γνώριζε ήδη τις εμπειρίες των προηγούμενων στις πόλεις. Δεν έχει μάθει να καλλιεργεί τη γη, θέλει να μείνει στις πόλεις, ξέρει να χρησιμοποιεί το ίντερνετ και τα κινητά για την οργάνωσή της. Όπως έχει συμβεί και αλλού στον κόσμο με τη βιομηχανοποίηση και τη μετανάστευση, αυτή η δεύτερη γενιά άρχισε να οργανώνει τις αντιστάσεις.9 Τώρα αναδύεται μια τρίτη γενιά που δεν θέλει να δουλέψει στο εργοστάσιο, θέλει να κάνει δουλειά γραφείου, να έχει το δικό της μαγαζί, να αγοράσει αυτοκίνητο και ηλεκτρονικά γκάτζετς, να έχει χρόνο για την οικογένεια και την ψυχαγωγία της. Πολλοί λίγοι τα καταφέρνουν, αφού οι περισσότεροι παραμένουν χαμηλόμισθοι στα εργοστάσια, στις οικοδομές, στα μαγαζιά, τα εστιατόρια, είναι υπηρέτριες σε σπίτια ή φύλακες. Αυτό τους γεμίζει απογοήτευση, δυσαρέσκεια και θυμό και πολλοί από τους μετανάστες εργάτες της δεύτερης και της τρίτης γενιάς σήμερα θεωρούν τις κινητοποιήσεις, μαζί και τις απεργίες, κοινωνικά νομιμοποιημένες μορφές αντίστασης. Στους προλεταριακούς κύκλους γίνονται αμέσως γνωστοί οι τρόποι οργάνωσης μιας διαμαρτυρίας από νέες ομάδες εργατών και ακτιβιστών. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι όλοι ξεπερνούν τον κοινωνικό τους κατακερματισμό κι αμέσως ρίχνονται στους συλλογικούς αγώνες. Αλλά ότι το κάνουν όλο και περισσότεροι.

στρατηγικές του κράτους και του κεφαλαίου

Οι νέοι αγώνες είναι απειλή τόσο για το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα όσο και για την παγκόσμια διαίρεση της εργασίας. Το μοντέλο της φτηνής εργασίας που αποτέλεσε τον κινητήρα της κινεζικής αναπτυξιακής έκρηξης και τη ραχοκοκκαλιά της παγκόσμιας παραγωγής παρέσχε φθηνά καταναλωτικά προϊόντα σε άλλες περιοχές του κόσμου και επέτρεψε σε συγκεκριμένα κράτη να προχωρήσουν σε προγράμματα λιτότητας και περικοπές μισθών. Αυτό τώρα φαίνεται να τελειώνει. Η βασική στρατηγική κράτους και κεφαλαίου ενάντια στο φάσμα των εργατικών αγώνων είναι η “χωρική ανάταξη” για να ξεφύγουν από τους αγώνες, δηλαδή η μετεγκατάσταση εργοστασίων στην ενδοχώρα της Κίνας ή σε χώρες όπως το Βιετνάμ. Η στρατηγική αυτή δεν πέτυχε ολοκληρωτικά, αφού στα νέα αυτά βιομηχανικά κέντρα οι εργατικοί αγώνες αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια.

Το κράτος έχει εξαπολύσει πολλαπλή επίθεση στους εργάτες για να αποδυναμώσει τους αγώνες τους 1. επιβάλλοντας την εσωτερική διαίρεση των εργατών μέσω των νόμων ενάντια στην εσωτερική μετανάστευση και μέσω της κατά φύλο διαίρεσης της εργασίας, 2. χρησιμοποιώντας τις κρατικές υπηρεσίες για την καταστολή, που συμπεριλαμβάνει συλλήψεις των αποκαλούμενων ηγετών των αναταραχών και επιθέσεις ενάντια σε διαμαρτυρόμενους. Επιπλέον, το κράτος υποδαυλίζει τις κοινωνικές εντάσεις 3. παρεμβαίνοντας σε συγκρούσεις που κρίνει ότι είναι δυνητικά αποσταθεροποιητικές, επιστρατεύοντας διάφορους κρατικούς φορείς, όπως τις τοπικές διοικήσεις και τα εργατικά τους υπουργεία, χρησιμοποιώντας από τακτικές εκφοβισμού και συλλήψεις μέχρι υποσχέσεις και χρηματισμούς και τέλος 4. διοχετεύοντας την οργή των εργατών σε εργασιακές ρυθμίσεις και διαμεσολαβήσεις, δηλαδή σε τελετουργίες έκφρασης παραπόνων και αιτημάτων που εξατομικεύουν και έτσι αποδυναμώνουν αυτούς που τα εκφράζουν.

ο ρόλος των συνδικάτων

Όλες αυτές οι μορφές παίζουν σημαντικό ρόλο στην αφομοίωση των εργατικών αγώνων, αλλά δεν κατάφεραν να αποτρέψουν τις πρόσφατες εξεγέρσεις, όπως το μεγάλο απεργιακό κύμα στην αυτοκινητοβιομηχανία το 2010. Για να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες αντιστάσεις, το κράτος αναζητά κι άλλες βαλβίδες ασφαλείας για την αποσυμπίεση της κοινωνικής οργής. Καλεί λοιπόν τα συνδικάτα ως διαμεσολαβητές (κατά τη διάρκεια των συλλογικών διαπραγματεύσεων και έξω από αυτές), διαμεσολαβητές που βοηθούν τις διοικήσεις των επιχειρήσεων και του κράτους να ελέγξουν τη δυσαρέσκεια των εργατών. Η θεσμική συνδικαλιστική οδός δεν πρέπει να κατανοηθεί μόνον ως στρατηγική από τα πάνω, ούτε όμως και μόνον ως στρατηγική από τα κάτω. Ιστορικά, τα συνδικάτα στηρίζονται στη δυσαρέσκεια των εργατών και την προθυμία τους να την εκφράσουν. Προσπαθούν να εκπροσωπήσουν την εργατική δύναμη και να αξιοποιήσουν την ικανότητά των εργατών να σταματήσουν την παραγωγή ή να αρνηθούν την εργασία κατά την προσπάθειά τους να διαπραγματευθούν ή να αιτηθούν υψηλότερους μισθούς, εργασιακή ασφάλεια κ.ο.κ. Λειτουργούν ως μεσάζοντες μεταξύ κεφαλαίου και εργατών – στο πλαίσιο πάντα του καπιταλιστικού συστήματος και όχι πέρα από αυτό. Γι’ αυτό και εξ ορισμού θέλουν και τις δύο πλευρές πρόθυμες να συμμορφωθούν στις συναπτόμενες συμφωνίες. Για να διατηρήσουν την εύνοια του κεφαλαίου, πρέπει συνεχώς να αποδεικνύουν την ικανότητά τους να ελέγξουν κάθε ανεξάρτητη εργατική δραστηριότητα. Για να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη των εργατών οφείλουν να δείχνουν πόσο ευήκοοι είναι στα προβλήματα των εργατών και να έχουν κάποια επιτυχία στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Κι όμως, όσο οι εργάτες είναι αδύναμοι, το κεφάλαιο θεωρεί ότι η αντιπροσώπευση και τα συνδικάτα είναι άχρηστα και ακριβά. Αλλά όταν οι εργάτες είναι δυνατοί και οι αγώνες-τους εμποδίζουν την παραγωγική διαδικασία και απειλούν την κοινωνική ειρήνη, οι διοικήσεις των εταιρειών συχνά ζητούν για συνομιλητές τους μόνο τους αντιπροσώπους ή τα επίσημα αναγνωρισμένα συνδικάτα.10

τα ανενεργά συνδικάτα αφήνουν χώρο για την αυτονομία

Οι ανεξάρτητες εργατικές οργανώσεις στην Κίνα καταστέλλονται. Η επίσημη “Συνομοσπονδία των Συνδικάτων Όλης της Κίνας” είναι στενά συνδεδεμένη με το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και αντιτίθεται στη μαχητική εργατική οργάνωση. Τα συνδικάτα της Συνομοσπονδίας, προσδεδεμένα καθώς είναι στο κράτος και το κεφάλαιο, δεν τα δέχονται οι εργάτες ως αντιπροσώπους τους, γι’ αυτό και αυτα δεν είναι ικανά για παρεμβάσεις αποτελεσματικές. Έτσι, οι εργάτες έχουν την ευχέρεια να οργανωθούν και να αγωνιστούν αυτόνομα. Οι αυτόνομοι αυτοί αγώνες έχουν οδηγήσει το κράτος σε παραχωρήσεις όπως τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών, τις αυξήσεις των μισθών κι έχουν διευρύνει τη δυνατότητα κοινωνικής δράσης ενάντια στο καταπιεστικό κράτος, στο βαθμό που το Κόμμα τώρα να θεωρεί ότι αντιμετωπίζει “απειλή της κοινωνικής σταθερότητας”, δηλαδή της δικής του κυριαρχίας.

Για να υποσκάψει τις αυτόνομες μορφές εργατικής οργάνωσης το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα χρειάζεται συνδικαλιστικές δομές που να τις ελέγχει. Έχει λοιπόν αρχίσει να επιτρέπει στη Συνομοσπονδία ήπιες μεταρρυθμίσεις, όπως είναι για παράδειγμα κάποια πειράματα συλλογικής διαπραγμάτευσης και η καθιέρωση εργατικής συμμετοχής στο συνδικάτο της εταιρείας. Αυτό έγινε και στους δύο σημαντικότατους αγώνες των τελευταίων ετών: Πρώτα το 2010 μετά την απεργία στο εργοστάσιο της Χόντα στο Φοσάν και το 2013 μετά από μια σειρά κινητοποιήσεων στα εργοστάσια της Foxconn.

Το κράτος ωστόσο αντιμετωπίζει ένα δίλημμα. Μια πιο ανεκτική κυβέρνηση με ηπιότερη στάση απέναντι στους εργατικούς αγώνες μπορεί να προκαλέσει άθελά της κι άλλες συλλογικές διαμαρτυρίες, περισσότερο συντονισμό και περισσότερα αιτήματα για πολιτική αλλαγή και μετά θα είναι πολύ δύσκολο να ανακοπούν οι όποιες εξελίξεις. Γι’ αυτό και φαίνεται απίθανο αυτήν τη στιγμή το κράτος να προχωρήσει σε νομιμοποίηση των απεργιών, ακόμη κι εκείνων που ελέγχονται από τα συνδικάτα.

η μεγάλη αφήγηση της αριστεράς

Οι στρατηγικές ενάντια στους εργατικούς αγώνες σχεδιάζονται από τους κρατικούς φορείς και το κεφάλαιο, όταν όμως πρέπει να αφομοιώσουν και να περιστείλουν τους αγώνες, συχνά κράτος και κεφάλαιο επαφίενται στη συνεργασία με “αριστερές” δυνάμεις εντός και εκτός της εργατικής τάξης.

Στην Κίνα, ορισμένοι ακτιβιστές, ΜΚΟ και ακαδημαϊκοί υποστηρίζουν 1. την καθιέρωση “ανεξάρτητων συνδικάτων” ή 2. τη μεταρρύθμιση της Συνομοσπονδίας των Συνδικάτων ώστε να αντιπροσωπεύει επάξια τους εργαζόμενους.11 Η ειρωνεία είναι ότι και οι δύο αυτές προτάσεις προωθούνται από δυνάμεις με αντιτιθέμενους στόχους, τόσο δηλαδή από ομάδες που θέλουν την ειρήνευση, ορισμένες μάλιστα στο όνομα της “αρμονικής κοινωνίας” του ΚΚΚ, όσο όμως και από ομάδες που θέλουν την κλιμάκωση των αγώνων, αλλά παρερμηνεύουν τον ρόλο των συνδικάτων πιστεύοντας ότι τάχα ενδυναμώνουν τους εργάτες.

Γιατί όμως αυτή η παρερμηνεία; Τα τελευταία 150 χρόνια, ο καπιταλισμός ως κοινωνική σχέση έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ελαστικός στην προσάρτηση και την αφομοίωση των κοινωνικών συγκρούσεων με στόχο τη σταθεροποίηση του συστήματος. Έχει συχνά καταφέρει να αφομοιώσει τις αριστερές δυνάμεις που προσαρτούσαν τις κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης σε αστικές μορφές διακυβέρνησης και στην καπιταλιστική ιδεολογία της προόδου και του εκσυγχρονισμού. Οι δυνάμεις αυτές ακολουθούν συχνά τη μεγάλη αφήγηση της αριστεράς που διακηρύττει την αναγκαιότητα της αστικής επανάστασης πριν την προλεταριακή επανάσταση, τη δημιουργία “ταξικών οργανώσεων” με την έννοια των συνδικάτων για τον λεγόμενο “οικονομικό αγώνα” και εργατικών κομμάτων για τον λεγόμενο “πολιτικό αγώνα”, την κατάληψη της κρατικής εξουσίας και -για ένα μεταβατικό στάδιο- την εγκαθίδρυση ενός “εργατικού κράτους”.

Το αφήγημα αυτό στηρίζεται σε μια συγκεκριμένη ταξική σύνθεση ειδικά στη Γερμανία του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, που διαμόρφωσε τα δύο κύρια δόγματα της αριστεράς, τη σοσιαλδημοκρατία και τον μαρξισμόλενινισμό (όσο κι αν κατά τα άλλα διαφέρουν πολύ το ένα από το άλλο). Λειτούργησε στην ουσία ως ιδεολογία καπιταλιστικής ανάπτυξης μέσω της τεϋλορικής βιομηχανοποίησης, της προλεταριοποίησης και μιας διακυβέρνησης είτε λίγο-πολύ “δημοκρατικής”, είτε αυταρχικής.12 Σήμερα, με την κατάρρευση του σοσιαλισμού του 20ού αιώνα που βασιζόταν σε ένα ταξικό σύστημα γραφειοκρατικό και στην κρατική καταστολή, αλλά και με την καταστροφή της σοσιαλδημοκρατικής συμμετοχικότητας στην δυτικο-δημοκρατική καπιταλιστική κυριαρχία, τόσο το ένα δόγμα όσο και το άλλο μοιάζουν παρωχημένα ως εργαλεία για την πολιτική αλλαγή. Είναι ωστόσο ζωντανά στις πολιτικές στρατηγικές των σημερινών αριστερών και των λόμπυ που φτιάχνουν.

Στην Κίνα, το μεγάλο αφήγημα της αριστεράς και οι παραλλαγές του ενθαρρύνονται όχι μόνον από την “αριστερή” μειοψηφία εντός του ΚΚΚ που ζητά αναβίωση του μαοϊκού εργατικού κράτους, αλλά και από κομμάτια της αντιπολιτευτικής “αριστεράς” που υποστηρίζει τις κινητοποιήσεις και τις απεργίες των εργατών, όπως ορισμένες εργατικές ΜΚΟ, κάποιες νεο-μαοϊκές ομάδες, αριστεροί διανοούμενοι κ.ο.κ. […]

συμπερασματικά ερωτήματα

[… ] Η καπιταλιστική κρίση στην Κίνα και οι προλεταριακοί αγώνες αποτελούν διαδικασίες αλληλένδετες και μπορούν να οδηγήσουν στην απονομιμοποίηση της μαστιζόμενης καπιταλιστικής τάξης και του κράτους και στην αποσταθεροποίηση του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος, τόσο στην Κίνα, όσο και σε όλον τον πλανήτη. Οι επιπτώσεις της κρίσης και των αγώνων οδηγούν τους ανθρώπους στην αμφισβήτηση των σχέσεων καπιταλιστικής, ρατσιστικής και κατά φύλο εξουσίας και στην αναζήτηση νέων μορφών κοινωνικότητας. Το αν η Κίνα και οι εργατικοί αγώνες μπορούν να αποτελέσουν εργαστήριο μιας τέτοιας κοινωνικής αλλαγής πέρα από τις παγίδες του συμβιβασμού θα εξαρτηθεί από 1. τους χώρους για κοινωνικές κινητοποιήσεις που θα δημιουργηθούν κατά τη σύγκρουση κράτους και κεφαλαίου από τη μια και εργατικών τάξεων από την άλλη, 2. από την επιτυχία των αριστερών ομάδων που προσπαθούν να σπρώξουν τους εργατικούς αγώνες προς την αντιπροσώπευση και τη θεσμοποίησή τους και 3. από τη δυναμική της ίδιας της καπιταλιστικής κρίσης και των κοινωνικών αγώνων σε όλον τον κόσμο.

Είναι αναγκαία η συζήτηση για την αδυναμία των διαμεσολαβητικών εργατικών θεσμών και για τον ρόλο που παίζουν στη χαλύβδωση των καπιταλιστικών σχέσεων εκμετάλλευσης. Τα όρια του “ταξικού αγώνα χωρίς ταξική οργάνωση”, με άλλα λόγια, οι σύγχρονοι κοινωνικοί αγώνες και οι οργανωτικές τους μορφές στην Κίνα σήμερα, είναι προφανή. Η απουσία ωστόσο ή η δυσλειτουργία των “αριστερών” θεσμών αντιπροσώπευσης στην Κίνα έχει το πλεονέκτημα ότι παρέχει πολύ περισσότερο χώρο για κοινωνικές πρωτοβουλίες αυτοενδυνάμωσης των αγωνιζόμενων, που σε αντίστοιχες ιστορικές στιγμές φιμώνονταν από τους αριστερούς μεσάζοντες. Με άλλα λόγια, η καθιέρωση της δύναμης των εργατών, η υπεράσπιση και η επέκταση των κεκτημένων τους, είναι εφικτές μόνον μέσω της αποτελεσματικής τους οργάνωσης. Ωστόσο, αν αποφύγουν το αδιέξοδο της παραδοσιακής αριστερής αφήγησης, θα έχουν περισσότερες δυνατότητες να οργανωθούν πέρα από το φετίχ της αντιπροσώπευσης.

 

υποσημειώσεις:

1  Το πλήρες κείμενο στα αγγλικά στο <www.gongchao.org>. Σχετικές εισηγήσεις από μέλος της συλλογικότητας αυτής έγιναν τον Ιούνιο του 2013 σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οργανωμένες από το αυτόνομο στέκι, το yol underground και τη λέσχη εργαζομένων και ανέργων.

2  Βλ. Pun Ngai, Lu Huilin (2010): Unfinished Proletarianization: Self, Anger, and Class Action among the Second Generation of Peasant-Workers in Present-Day China. Modern China, Σεπτέμβριος 2010 36: 493-519.

3  Πρόσφατα παραδείγματα: Loongyu Au/Ruixue Bai (2012): New Signs of Hope. Resistance in China Today. China Labour Net http://worldlabour.org/eng/node/515 Βλ. και: Butollo, Florian/Tobias ten Brink (2012): Challenging the Automization of Discontent, Critical Asian Studies, 44:3, 419-440 http://dx.doi.org/10.1080/14672715.2012.711978 και China Labour Bulletin (2012): A Decade of Change. The Workers’ Movement in China 2000-2010 http://www.clb.org.hk/en/node/110030.

4  Chan, Chris King-Chi (2010): The Challenge of Labour in China. Strikes and the changing labour regime in global factories. Λονδίνο/Νέα Υόρκη.

5  Για τις παράλληλες απεργίες και εξεγέρσεις στην καπιταλιστική ιστορία βλ. Mason, Paul (2007). Live Working or Die Fighting: How the Working Class Went Global. Λονδίνο. Για παραδείγματα μαζικών εξεγέρσεων στην Κίνα το 2011 βλ. Guxiang (Chaozhou) and Zengcheng (Guangzhou) στο Buttolo/ten Brink (όπ.π.)

6  Lee, Ching Kwan (2007): Against the Law. Labor Protests in China’s Rustbelt and Sunbelt. Μπέρκλεϋ.

7  Τέτοια στοιχεία συναντά κανείς στις απεργίες στην αυτοκινητοβιομηχανία του 2010 καθώς και στις απεργιακές κινητοποιήσεων των οδηγών ταξί από το 2008. Αφορά βέβαια μία συγκεκριμένη τάση και δεν καλύπτει όλους τους αγώνες σε όλες τις περιοχές. Παρόμοια εκτίμηση κάνει και ο: Friedman, Eli (2012): China in Revolt. Jacobin, Double Issue 7/8, http://jacobinmag.com/2012/08/china-in-revolt, καθώς και οι Buttolo/ten Brink, China Labour Bulletin, και οι Au/Bai (όπ.π.).

8  Βλ: Wang Kan (2011): Collective Awakening and Action of Chinese Workers: The 2010 Auto Workers’ Strike and its Effects. Sozial.Geschichte Online 6, σ. 9–27, http://duepublico.uni-duisburgessen.de/servlets/DerivateServlet/Derivate-29001/03_WangKan_Strike.pdf

9  Bλ. Silver, Beverly (2003): Forces of Labor. Workers’ Movements and Globalization since 1870. Κέμπριτζ

10 Το σχήμα αυτό επαναλαμβάνεται στην Κίνα, όπου οι διοικήσεις συχνά “ζητούν” από τους εργάτες να εκλέξουν τους αντιπροσώπους τους, ελπίζοντας ότι τους αντιπροσώπους μπορούν να τους εξαγοράσουν, να τους απειλήσουν και μετά να τους ξεφορτωθούν.

11 Ένας από τους επιφανείς υποστηρικτές αυτής της θέσης είναι το China Labour Bulletin (http://www.clb.org.hk/en/), που κατά τα άλλα αποτελεί πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τις συνθήκες εκμετάλλευσης των εργατών.

12 Μια λεπτομερής κριτική της μεγάλης αφήγησης της αριστεράς οφείλει να περιλαμβάνει ενδελεχή ανάλυση 1. των τεχνητών διχοτομήσεων που χρησιμοποιεί αυτή η ιδεολογία: μεταξύ κοινωνίας και κράτους, οικονομικού και πολιτικού αγώνα, συνδικάτων και κομμάτων, 2. της προσπάθειας να διορθωθούν τα καπιταλιστικά λάθη και οι ανορθολογισμοί μέσω μιας σχεδιασμένης οικονομίας καπιταλιστικής συσσώρευσης, 3. της παραμορφωμένης εικόνας που δημιουργεί, μιας δήθεν παντοδύναμης καπιταλιστική τάξης που εκμεταλλεύεται τους εργάτες από τη μια και του κράτους/κόμματος/συνδικάτου ως αναγκαίου θεσμού για την υπεράσπιση των εργατικών δικαιωμάτων από την άλλη, εικόνας που αγνοεί την υπόσταση της εργατικής τάξης ως συστατικής της καπιταλιστικής σχέσης και επομένως ως δυνατής να καταστρέψει αυτήν τη σχέση.

 

This entry was posted in κείμενα. Bookmark the permalink.